<--αρχική σελίδα ---

Ο Ζιντάν ήταν μόνο η αφορμή

Η ερώτηση τότε ήταν, αν μια υγιής και ζωντανή κοινωνία προτιμάει έναν άντρα που παραμένει αδιάφορος μπροστά στην πρόκληση ή εκείνον που έστω βίαια αντιδρά. Έλεγα λοιπόν τότε, 11 χρόνια πριν, ότι θα ήθελα πριν κρίνω και καταδικάσω, να γνωρίσω ψύχραιμα και λογικά τους λόγους και τις συνθήκες μιας τέτοιας ερωτικής επίθεσης

Κώστας Τσόκλης, Ιούλιος 2010

Το σημαντικότερο: θεωρείται γενικά ότι ο εθνικοσοσιαλισμός σημαίνει μόνο κτηνωδία και τρόμο. Ο εθνικοσοσιαλισμός - και γενικότερα ο φασισμός- σημαίνει επίσης και ένα ιδεώδες ή μάλλον κάποια ιδεώδη που επιβιώνουν σήμερα κάτω από άλλες σημαίες: το ιδεώδες της ζωής ως τέχνης, η λατρεία της ομορφιάς, ο φετιχισμός του θάρρους, η διάλυση της αποξένωσης σε εκστατικά αισθήματα κοινότητας, η απόρριψη της διανόησης, η ανδροκρατούμενη οικογένεια (υπό την πατρική αιγίδα των ηγετών)

Σούσαν Σόνταγκ, Περί Φασισμού, 1975

Η ιστορία

Ο Ζιντάν δεν ήταν από μόνος του η αφορμή. Η κουτουλιά που έδωσε στον Ματεράτσι στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου του 2006, ήταν η αφορμή. Τη θυμάται κανείς άραγε αυτή την ιστορία; Εγώ πάντως ναι. Είχα πάθει εμμονή τότε. Η εμμονή μετά έγινε σκέψεις, οι σκέψεις επεξεργασία και το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα κείμενο προβληματισμού και σχολιασμού της αρρενωπότητας και μιας περίπτωσης δημόσιας διαπραγμάτευσής της. Όλα λοιπόν ξεκίνησαν όταν, κατά τύχη σχεδόν, παρακολούθησα τον τελικό του Μουντιάλ το 2006. Η τηλεόραση έπαιζε και η παρέα μου και εγώ δεν δίναμε ιδιαίτερη σημασία στα όσα διαδραματίζονταν στο γήπεδο. Όταν όμως ακούσαμε τον εκφωνητή να λέει επανειλημμένα “όου! όου!” καταλάβαμε ότι κάτι είχε συμβεί. Ο αγώνας είχε σταματήσει. Σίγουρα κάτι δεν πήγαινε καλά. Σε επανάληψη είδαμε τον Ζιντάν και έναν παίκτη της αντίπαλης ομάδας να ανταλλάσσουν μερικές κουβέντες και μετά τον Ζιντάν να του ρίχνει μια κουτουλιά. Η κατάσταση λοιπόν είχε ως εξής:
α. Τελικός Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου Ανδρών = Ένα σημαντικό επεισόδιο στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ο ανδρισμός στα μεγαλεία του, μια χρονική στιγμή που άνθρωποι από όλο τον πλανήτη ενώνονται και αποδεικνύουν ότι τα ανδρικά πράγματα είναι σοβαρά, οικουμενικά και άξια να τα γράψει η Ιστορία
β. Σωματική βία από ένα μεγάλο παίκτη (ή αλλιώς ένα μεγάλο άνδρα -που περίμενε τότε, συν τοις άλλοις, να γίνει άγαλμα) = Παραβίαση των κανόνων του παιχνιδιού.

Στον κόσμο των ανδρών η σωματική βία είναι πάντα στα όρια του ηθικά επιτρεπτού και ανεκτού. Η απειλή βίας στο επίπεδο της επιτέλεσης (τόσο ως λεκτική απειλή, όσο και ως άμεσα σωματική έκφραση απειλής, με χειρονομίες, στάση σώματος κλπ), είναι συνεχώς παρούσα, αλλά η καθ’ αυτό άσκησή της είναι συχνά παραβίαση των κανόνων. Κάτι σαν παραβίαση του σαβουάρ βιβρ. Το γεγονός όμως ότι η βία είναι ένας από τους κυρίαρχους τρόπους παραβίασης των κανόνων, την κάνει εν τέλει μέρος του παιχνιδιού και των άγραφων κανόνων του. Ο «κανόνας» είναι να ασκείται βία ως παραβίαση των κανόνων. Μπροστά λοιπόν σε αυτή τη διπλή συνθήκη ξεκίνησε η εμμονή μου. Αυτή την ιστορία θα την παρακολουθήσω. Με μεγάλη αγωνία περίμενα την επόμενη μέρα για να μάθω τι θα υποστηρίξει ο Ζιντάν ότι του είπε ο Ματεράτσι πριν την κουτουλιά. Στο μυαλό μου τα σενάρια ήταν δύο:
α. Του έβρισε τη μάνα
β. Του είπε ότι τον παίρνει.
Μπίνγκο! Ή στη γλώσσα τους: Γκόλ! Ο Ζιντάν είπε ότι ο Ματεράτσι του έβρισε τη μάνα! [1]

Τα σενάρια ότι τον αποκάλεσε τρομοκράτη και βρωμομουσουλμάνο που ακούστηκαν την επόμενη μέρα, πριν την ανακοίνωση του Ζιντάν, δεν τα είχα σκεφτεί. Έκαναν βέβαια νόημα γιατί υπάρχει σαφής και ξεκάθαρη ιεραρχία ανάμεσα στη γαλλική και αλγερινή καταγωγή, άρα η επισήμανση ότι «οι γονείς σου ήρθαν από εκεί» μπορεί να ειπωθεί ως βρισιά. Αλλά για μένα ήταν προφανές ότι ο Ζιντάν είναι άνδρας και ξέρω πολύ καλά ότι τα α και β προσβάλλουν την ανδρική τιμή, ενώ το ότι είναι γάλλος αλγερινής καταγωγής ήταν μία ταυτότητα δευτερεύουσα στο μυαλό μου. Απ’ ό,τι φάνηκε και για τον ίδιο τον Ζιντάν κάπως έτσι ήταν, γιατί όπως είπε και στην συνέντευξη που έδωσε στη γαλλική τηλεόραση λίγες μέρες μετά: «Πάνω από όλα είμαι άνδρας» [2]. Σε αυτή τη συνέντευξη ο Ζιντάν είπε τρία πράγματα:
α. Ο Ματεράτσι είπε άσχημα πράγματα για την μητέρα και την αδερφή μου. Εγώ απλά υπερασπίστηκα την τιμή της οικογένειάς μου
β. Ζητώ συγνώμη από τα παιδιά που παρακολουθούσαν τον αγώνα και για τα οποία είμαι πρότυπο
γ. Πάνω από όλα είμαι άνδρας.
Και οι τρεις δηλώσεις έχουν σαν κέντρο τη σωστή συμπεριφορά του άνδρα. Πρώτον υπερασπίζεται την τιμή της οικογένειάς του, δεύτερον ξέρει ότι οφείλει να είναι σωστό πρότυπο για τους μικρότερους και τρίτον, πάνω από όλα, είναι άνδρας και σέβεται/υπερασπίζεται αυτή του την ταυτότητα.

Η εμμονή

Η δική μου εμμονή για την υπόθεση τροφοδοτήθηκε από το εξής κίνητρο: καταλαβαίνω το ποδόσφαιρο που παίζεται από τις γειτονιές και τα σχολεία, μέχρι τα γήπεδα των μεγάλων διοργανώσεων, και την οικουμενικότητά του σαν μία διαδικασία στημένη για τους άνδρες που εξυπηρετεί την οργάνωση της αρρενωπότητας. Με ενδιαφέρει να παρακολουθήσω τι συμβαίνει όταν η εικόνα αυτή δείχνει την άλλη της πλευρά, την άλλη όψη του ίδιου πάντα νομίσματος. Και αυτή είναι η εικόνα του ανδρισμού που παραβιάζει τους κανόνες χρησιμοποιώντας τα ίδια του τα όπλα. Δηλαδή τη βία. Η εμμονή, που έλεγα παραπάνω, με «ανάγκασε» τις μέρες εκείνες να διαβάζω δημοσιεύματα, δηλώσεις και θέσεις. Ήθελα να παρακολουθήσω τον μηχανισμό που θα έβαζε τα πράγματα ξανά στη θέση τους και τον ανδρισμό πίσω στο βάθρο του. Η απάντηση σε αυτή την αναταραχή ήταν απλή και αναμενόμενη: μία τελετουργική πρακτική που αναπαράγει τη συλλογική μυθολογία. Τα στάδια: πρόκληση-προσβολή-τιμή- υπεράσπιση-ανδρισμός. Αυτή ήταν και η εκδοχή του Ζιντάν.

Εδώ να κάνω μια παρένθεση: μου είναι παντελώς αδιάφορο να εξετάσω το τι έγινε στην «πραγματικότητα» ανάμεσα στους δύο. Αυτό, το «πραγματικό», δεν συμμετείχε στην τελετουργία. Η τελετουργία έλαβε χώρα στα βήματα έκφρασης λόγου (συνέντευξη τύπου, εφημερίδες, σχόλια σε αθλητικά και άλλα sites, περιοδικά) και οργανώθηκε γύρω από τους λόγους που εκφράστηκαν και τα συναισθήματα που ανταλλάχθηκαν υπογείως. Το σημαντικό δηλαδή ήταν αυτό που έγινε στη συζήτηση που ακολούθησε, στις θέσεις που εκφράστηκαν εξ αφορμής. Αυτό που είχε κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον ήταν οι αφηγήσεις που παράχθηκαν σχετικά με το περιστατικό, η ιστορία που επέλεξε ο Ζιντάν να πει, ο δημόσιος λόγος που διατυπώθηκε. Οι θέσεις που αποκρυσταλλώνονταν στο λόγο αυτό, συνδέουν την αφήγηση αυτού του μικροεπιπέδου της ζωής με ευρύτερα αποδεκτές, ή διανοήσιμες, αντιλήψεις και πρακτικές του πεδίου των κοινωνικών σχέσεων και αξιών. Το ενδιαφέρον για μένα ήταν να εξετάσω την κατασκευή, διαχείριση και τον μετασχηματισμό του νοήματος της πράξης, τις συνδηλώσεις και τα συμφραζόμενα που έκαναν αυτό το νόημα επικοινωνήσιμο. Υπό αυτό το πρίσμα, αναζήτησα τους μηχανισμούς κοινωνικής πρακτικής, ανταλλαγής και ελέγχου, σε μια προσπάθεια να φωτίσω ίσως ένα μεγαλύτερο κομμάτι του πλέγματος των εξουσιών. Για να είμαι ειλικρινής όμως, να ξεκαθαρίσω εδώ ότι η πολιτική μου αντίληψη εκ των προτέρων επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στα νοήματα που ανταλλάσσουμε μεταξύ μας, και επιμένει ότι εκεί φανερώνεται, εδραιώνεται αλλά και -εν δυνάμει- ανατρέπεται ο κατεστημένος τρόπος αντίληψης του κόσμου, η ηθική τάξη πραγμάτων.

Η δημόσια συζήτηση

Αφού με τα παραπάνω ξεκαθάρισα το σημείο εκκίνησης, μπορώ τώρα να μοιραστώ μαζί σας το ταξίδι στη ζιντανο-ιστορία. Από την επόμενη κιόλας μέρα, χύθηκε άφθονο μελάνι και καταναλώθηκαν ουκ ολίγα ηλεκτρονικά δεκαδικά ψηφία στο σχολιασμό του περιστατικού. Όλες όμως οι αντιδράσεις, είχαν έναν κοινό παρανομαστή: ο Ματεράτσι τον προσέβαλε, αυτό αποτελεί πρόκληση. Μετά από αυτή την κοινή παραδοχή έχουμε δύο εκδοχές: α. Καλά έκανε και τον χτύπησε, είναι σωστός ο μάγκας, αυθόρμητος και αλανιάρης β. Δεν έκανε καλά. Έπρεπε να είναι συγκρατημένος και συγκεντρωμένος στο παιχνίδι. Οι παίκτες έχουν συνηθίσει να ακούνε προσβολές. Δηλαδή, κοινός παρανομαστής και των δύο εκδοχών ήταν ότι το «να σου βρίσει κάποιος τη μάνα» είναι πραγματική προσβολή και η στάση που κρατάς απέναντι σε αυτή την προσβολή δείχνει το μέγεθος και την ποιότητα του ανδρισμού σου. Όποια στάση και αν κρατήσεις προσφέρονται ανδρισμοί που επιβεβαιώνουν την ποιότητά τους. Από τη μία ο λαϊκός (ή εφηβικός) ανδρισμός που απαιτεί άμεση και βίαιη απάντηση και από την άλλη ο αστικός (ή ενήλικος) που απαιτεί ψυχραιμία και σύνεση. Ο Ζιντάν λαϊκής καταγωγής αλλά με αξιώσεις μεγαλοαστισμού, ως πάμπλουτος σούπερ σταρ, είχε να διαλέξει ανάμεσα στα δύο. Και διάλεξε το πρώτο. Ποιες ήταν οι αντιδράσεις για την επιλογή του Ζιντάν; Από τη μία οι περήφανοι οπαδοί του ανδρισμού της εργατικής τάξης χειροκροτούσαν την ενέργειά του (βλέπε για παράδειγμα, indymedia[3] ). Από την άλλη, οι φορείς της ιδεολογίας του καθωσπρέπει ανδρισμού, ενώ θα περιμέναμε να καταδικάσουν την ενέργεια, αντίθετα με πάθος «κατανάλωσαν την πράξη ζωώδους θυμού, ως το θελκτικό Άλλο»[4] (για παράδειγμα βλέπε Καθημερινή[5] ).

Στα άρθρα που γράφτηκαν σε εγχώρια περιοδικά κατέγραψα θέσεις που αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα που εμφανίζεται όταν διαπραγματευόμαστε εκφράσεις της αρρενωπότητας. Θα σταθώ σε ένα κείμενο που με εντυπωσίασε περισσότερο. Ο τίτλος είναι «Ένας μεγάλος παίχτης, μια μικρή μεγάλη πράξη». Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ο Πολίτης[6], τον Ιούνιο του 2006 και το υπογράφει η Σία Αναγνωστοπούλου. Το συγκεκριμένο άρθρο μου κέντρισε το ενδιαφέρον γιατί δημοσιεύτηκε σε ένα περιοδικό αριστερών καταβολών που προσπαθούσε να προσεγγίζει κριτικά και «σε βάθος» πλήθος ζητημάτων. Έτσι, ένα άρθρο σαν αυτό της Σίας Αναγνωστοπούλου, που δημοσιεύεται στις πρώτες σελίδες ενός περιοδικού με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί ενώ αποτελεί «μη καθεστωτικό» λόγο, φέρει παρόλα αυτά, όπως θα υποστηρίξω παρακάτω, την κυρίαρχη ιδεολογία.

Η Αναγνωστοπούλου στο άρθρο της συντάσσεται με το μέρος του Ζιντάν και χειροκροτεί την αντίδρασή του. Γράφει (η έμφαση δική μου): «Αυτή η κουτουλιά στο στήθος έπεται μιας χοντρής, πολύ χοντρής βρισιάς. Έπεται μιας χοντρά κατινίστικης συμπεριφοράς, έστω και συνηθισμένης στα γήπεδα». Το «κατινίστικης» που χρησιμοποιείται στην πρόταση, εγώ το διαβάζω «θηλυκής». Ο χαρακτηρισμός «κατινίστικη», αποδίδεται στην πράξη του «να βρίζεις τη μάνα (ή την αδερφή) του άλλου», και είναι μία πράξη που ανήκει αποκλειστικά στον κόσμο της αρρενωπότητας. Όμως, όπως πολύ συχνά συμβαίνει, αποδίδεται στη και συνδέεται με, τη θηλυκότητα και έτσι η θηλυκότητα χρησιμοποιείται ως βρισιά (υποτίμηση) για να συμβολίσει αυτό που είναι ανάξιο και αναξιοπρεπές, το μη-αντρίκιο. Η «κατινιά» επιστρατεύεται για να σχολιάσει/διαπομπεύσει μία καθαρά αρρενωπή πρακτική, όπως ήταν αυτή του Ματεράτσι. Είναι τρομερό (τρομακτικό και συγκλονιστικό μαζί) το πώς μπορεί αρρενωπές συμπεριφορές να μην καταδικάζονται ως τέτοιες, αλλά να στιγματίζονται ως εκθηλυσμένα λάθη.

Συνεχίζοντας στο κείμενο της Αναγνωστοπούλου, διαβάζουμε «ο Ζιντάν καθάρισε». Αντρίκια, μπορούμε εύκολα να προσθέσουμε, καταγράφοντας αυτό που απλά υπονοείται. «Ανέλαβε την ευθύνη», συνεχίζει στο ίδιο πνεύμα. Η απάντηση δηλαδή του Ζιντάν καταγράφεται στο άρθρο αυτό ως το εξ-ανδρισμένο σωστό και θαυμαστό, αναγνωρίζεται και τιμάται η «στα ίσια και κατά μέτωπο», μεταφορικά και κυριολεκτικά, αντίδρασή του. Βέβαια για να είμαστε ακριβείς, παραπάνω στο άρθρο η Αναγνωστοπούλου δηλώνει ότι ο Ζιντάν με την αντιαθλητική του συμπεριφορά «Εγκατέλειψε στην πιο κρίσιμη στιγμή του αγώνα το πεδίο της μάχης και συγχρόνως κουρέλιασε την ψυχολογία της ομάδας της οποίας ο ίδιος είναι αρχηγός». Του αναγνωρίζεται δηλαδή και ένα σφάλμα, ή μάλλον αναγνωρίζεται ότι το να «καθαρίσεις» μπορεί και να σημαίνει ταυτόχρονα ότι κάτι πληγώνεις/προδίδεις. Παρόλαυτα, στην συγκεκριμένη θέση που εκφράζεται στο άρθρο του Πολίτη, η πράξη «κρεμάσματος της ομάδας» φαίνεται να μην ενοχλεί τόσο πολύ, αφού από την άλλη ο παίκτης «καθάρισε». Το ερώτημα όμως είναι, ποιος/α αποφασίζει τι αξίζει και τι όχι; Ποιος/α αποφασίζει πότε πρέπει και πότε όχι να ακολουθούνται οι κανόνες; Ποιος ορίζει τους κανόνες, ποιος ορίζει το συλλογικό καλό και ποιος αναλαμβάνει να το προασπίσει;

Σκέψεις αντί συμπεράσματος – σε άλλο ύφος

Η ιδεολογία της ανωτερότητας της αρρενωπότητας απαντάει σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα: ο Αρχηγός! Και δεν ντρέπεται, ούτε δέχεται κουβέντα. Ο Αρχηγός, πέρα από κάθε κόστος, ομαδικό, κοινωνικό, πρέπει να καθαρίζει και να αναδεικνύει την αξία/τιμή της ατομικότητας, του ανδρισμού της μονάδας. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο συμπέρασμα του Μπουρντιέ ότι ο άνδρας είναι «εξουσιοδοτημένος να αισθάνεται κομιστής ολόκληρης της μορφής της ανθρώπινης κατάστασης»[7], με την έννοια ότι η αξία της ατομικότητας είναι η ανθρώπινη αξία, είναι η ανδρική αξία, είναι η αξία που ο αρχηγός υπερασπίζεται. Διότι κάθε λιμάνι και καημός, κάθε σπίτι/πυρηνική οικογένεια και ένας αρχηγός, κάθε αρχηγική φιγούρα και αναπαραγωγή της εξουσίας.

Μέσα σε αυτό το σύστημα βέβαια υπάρχουν τα υποκείμενα που χαρακτηρίζονται άνδρες, τα οποία μέσω του μηχανισμού εγκαθίδρυσης του συστήματος των φύλων, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αποδεικνύονται ικανοί και άξιοι να αποτελούν την καθολική κατηγορία. Και αυτό έχει συνέπειες για όλους και όλες, για αυτό και δε μας αρέσει το διχοτομικό σύστημα των φύλων. Γιατί μέσα στα πλέγματα των πειθαρχήσεων υπάρχουν τα υποκείμενα που κατά καιρούς καταποντίζονται και βγαίνουν λαβωμένα, με τα σημάδια των καταναγκασμών χαραγμένα στο σώμα τους, όταν από την άλλη πλευρά οι Λόγοι έρχονται να επιβάλλουν τα νοήματα, να περιφράξουν άλλες δυνατότητες και να καταστείλουν αλλόκοτες επιθυμίες.

Η όλη συζήτηση που έγινε τότε γύρω από την πράξη του Ζιντάν ήταν εν τέλει μια ακολουθία «τελετουργικών λόγων και πράξεων, ολοκληρωτικά προσανατολισμένη στην αναπαραγωγή μιας κοινωνικής και κοσμικής τάξης, θεμελιωμένης στην απολύτως συνεπή κατάφαση της υπεροχής της ανδρικότητας»[8]. Δηλαδή ήταν μία τελετουργία αναπαραγωγής της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων, όσο μικρή και ασήμαντη κι αν μοιάζει μετά το πέρασμα των χρόνων. Ήταν μια περιπέτεια για το σύστημα των δύο φύλων, το οποίο έχει μηχανισμούς και πρακτικές που επιστρατεύει για να βγει αλώβητο. Ο Ζιντάν λοιπόν ήταν η αφορμή για να παρατηρήσω τον κύκλο αναπαραγωγής και εδραίωσης της έμφυλης ιεραρχίας. Και η παρατήρηση, καταγραφή και κριτική του κύκλου αναπαραγωγής της έμφυλης ιεραρχίας είναι η δική μου εκδοχή όπλου για το άνοιγμα ρωγμών στις κανονικότητες.


[1]οι πρώτες δηλώσεις του Ζιντάν εδώ: http :// www . youtube . com / watch ? v = fESPK 2 cmjpY & feature = related

[2] Για την ακρίβεια είπε : « Je suis un homme avant tout  » . Στα γαλλικά η λέξη homme σημαίνει άντρας αλλά και άνθρωπος. Στην ελληνική τηλεόραση είδα δύο μεταφραστικές εκδοχές. Σε ένα κανάλι ο υπότιτλος έλεγε: «είμαι άνθρωπος», ενώ σε ένα άλλο ο υπότιτλος έλεγε: «είμαι άντρας». Εγώ εμμένω στην θέση ότι ο Ζιντάν επικοινωνούσε ότι είναι άνδρας, με την έννοια ότι τα δύο αυτά νοήματα ταυτίζονται σε κοινωνίες που είναι οργανωμένες γύρω από το διχοτομικό σύστημα των φύλων, με ξεκάθαρα εξαρτημένα και ιεραρχημένα τα δύο φύλα.

[3] ενδεικτικά αποσπάσματα: «πριν την έξοδο, ο ήρωας / αλήτης παίζει ωραία, βαράει άσχημα, χάνει, φεύγει» στο http :// athens . indymedia . org / front . php 3? lang = el & article _ id =541701 και «το τσογλάνι από τα βόρεια προάστια της Μασσαλίας που κρύβει ο Ζιντάν κάτω από την αστραφτερή εικόνα των διαφημιστικών σποτ πήρε για κάποια δευτερόλεπτα τον έλεγχο και αντέδρασε όπως στις αλάνες των παιδικών του χρόνων» στο http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=543022.

[4] Daniel Mang , Φυλή, τάξη και αντιφάσεις της αρρενωπότητας , qv 4

[5] ενδεικτικά αποσπάσματα: «εκεί όπου η αξιοπρέπεια συνυπάρχει με το φανατισμό και τη διαφθορά, εκεί όπου η ζωή έχει τη δική της δύναμη και δυναμική, χωρίς ετικέτες και καθωσπρεπισμούς, εκεί «χωράει» και η κεφαλιά του Z ιντάν» στο http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_11/07/2006_190572 «η μπάλα εξακολουθεί να παίζεται από ανθρώπους κι όχι από κουρδισμένες μηχανές ή από υποκριτικά χαμογελαστές μαριονέτες χορηγών και διαφημιστών» στο http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_11/07/2006_190618

[6] Ο Πολίτης, τ. 145, Ιούνιος 2006 – το περιοδικό σταμάτησε την κυκλοφορία του το 2009, μετά το θάνατο του εκδότη του Άγγελου Ελεφάντη.

[7] Πιερ Μπουρντιέ, Η Ανδρική Κυριαρχία, εκδ. Δελφίνι, σ. 18

[8] ο.π., σ. 12

qvzine 4 -- αρρενωπότητες

2010 -- Anti-Copyright -- Reproduce at will