<--αρχική σελίδα ---

Αλλάζοντας καύλες

Μέχρι πρόσφατα αισθανόμουν ότι επιθυμούσα ένα άλλο σώμα μέσα από το πρίσμα αντίληψης του ανθρώπου στον οποίο ανήκε, της δικής του καύλας για το σώμα μου. Υγραινόμουν όταν το χέρι του έτρεχε στη μέση μου ήθελα το χέρι του. Υγραινόμουν όταν τριβόταν η λεκάνη του πάνω στη δική μου ήθελα τα λακάκια της λεκάνης του. Και πολλές άλλες τέτοιες μικρές στιγμές, όπου καύλωνα με το σώμα του άλλου, αλλά μόνο καθώς αυτό ενεργούσε πάνω στο δικό μου. Το βλέμμα εντάσσεται επίσης σε αυτό το μηχανισμό: το βλέμμα που με καυλώνει είναι αυτό, που όταν με κοιτά καυλώνει. Και εγώ μετά καυλώνω με την εικόνα του εαυτού μου, του γυναικείου μου σώματος. Το μουνί μου που το τρίβουν, το στήθος μου που θωπεύουν, τον κώλο μου που τον κοιτάνε και τα λοιπά. Η επιθυμία μου ήταν βασικά ένας καθρέφτης του γυναικείου μου σώματος και των ερωτικών πράξεων που δεχόταν.

Ιστορικά και πολιτικά αυτό που περιγράφω είναι πολύ συμβατό με την κριτική ανάλυση του φεμινιστικού κινήματος ότι η γυναικεία σεξουαλικότητα πραγματώνεται μέσα από την διασκέδαση ή την προσφορά στον άλλο. Έμαθα να μου γίνονται πράγματα, να παρατηρώ τι μου κάνουν, να ταυτίζω την καύλα του άλλου με τη δική μου καύλα. Περιγράφω έτσι την εκπαίδευσή μου στον κόσμο της ετεροκανονικότητας. Την εκπαίδευσή μου σε έναν τύπο επιθυμίας που έμαθα να αγαπώ, να μου είναι οικείος και να αναπαράγω, έχοντας ταυτόχρονα την επίγνωση ότι ο τύπος αυτός αποτελούσε συναίνεση σε ορισμένους πάγιους κώδικες επιτέλεσης.

Θυμάμαι τόσο ξεκάθαρα την πρώτη φορά που καύλωσα για ένα σώμα με διαφορετικούς όρους. Ήταν γυναικείο το σώμα, από τα πρώτα που είχα επιθυμήσει. Ήταν σαν να υπήρχαν ξαφνικά δύο καθρέφτες, και όχι ένας καθρέφτης που βλέπω τον εαυτό μου, αλλά ένας καθρέφτης όπου έβλεπα το σώμα της μόνο και άλλος ένας που έβλεπα το σώμα μου σε σχέση με το δικό της. Την είδα απογυμνωμένη από την καύλα της για εμένα, σαν να είδα το σώμα της μόνο του απλωμένο στο στρώμα. Και θέλησα να το πιάσω, να του κάνω χίλια δυο και αυτό να τα απορροφήσει. Να ενεργήσω πάνω του για να το ικανοποιήσω. Μου ήταν τόσο ξεκάθαρο ότι ήθελα εγώ να το κάνω να χύσει, να ανατριχιάσει, να κοκκινίσει, να ματώσει, αλλά για μένα, για να το δουν τα μάτια μου. Ήταν μία πρωτόγνωρη επιθυμία, γιατί ήταν μονόπλευρη: από εμένα προς το σώμα, σχεδόν αδιαμεσολάβητα. Αδιαμεσολάβητα με την έννοια ότι η επιθυμία μου για το άλλο σώμα ξαφνικά δεν περνούσε από το φίλτρο του τι κάνει στο δικό μου σώμα, ή το γιατί καυλώνει αυτό το άλλο σώμα με το δικό μου. Ήθελα το σώμα αυτό που κοιτούσα, το οποίο μπορεί και να μη μου ζητούσε τίποτα, αλλά εγώ το ήθελα μόνο και μόνο για να δω τι θα κάνει όταν εγώ το ερεθίσω. Εκεί του ζήτησα να είναι παθητικό, να απορροφήσει όλη την ενεργητικότητά μου, όλες μου τις πρωτοβουλίες.

Έτσι ανακάλυψα έναν καινούριο τρόπο να είμαι με ένα γυναικείο ή ένα αντρικό σώμα. H νέα έκφανση της επιθυμίας που δοκίμασα, με άλλαξε. Μετά την «ανακάλυψη» δεν γινόταν να κάνω βήματα πίσω. Άρχισα πια να μην καυλώνω μόνο με την καύλα του άλλου για μένα, αλλά με το σώμα της άλλης αυτό καθεαυτό. Και αυτό κατάλαβα ότι σήμαινε πως το σώμα αυτό γδυνόταν από τα χαρακτηριστικά της Μαρίας, της Αλεξάνδρας, του Γιώργου και γινόταν μόνο ένα γυναικείο ή ένα αντρικό σώμα. Σκέφτομαι ότι τότε οικειοποιήθηκα το προνόμιο που μέχρι στιγμής στη σεξουαλική μου ζωή κρατούσαν μόνο οι άντρες: την αντικειμενοποίηση του σώματος. Ο στρογγυλός κώλος, το κόκαλο που είναι ακριβώς εκεί που με βολεύει να είναι, το καλλίγραμμο στήθος, οι ροζ πατούσες. Το σώμα απολύει τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου στον οποίο ανήκει και έχω μια έντονη μονομερή επιθυμία να γίνει η πλατφόρμα για τις πράξεις μου. Όταν το σώμα γίνεται αυτό το αντικείμενο το χρησιμοποιώ για να τριφτώ επάνω του σαν να ήταν ο καναπές που τριβόμουν όταν ήμουν μικρή. Όσο λιγότερο συμμετέχει το άλλο σώμα, τόσο καλύτερα. Και αναρωτιέμαι εάν αυτό είναι για τους άντρες η διείσδυση: ο κόλπος ως παλάμη. Μου ’ρχεται στο μυαλό το American Pie, όπου ο ήρωας γαμάει μια μηλόπιτα, δηλαδή αυνανίζεται, αλλά η εικόνα είναι ότι τη γαμάει. Όταν ενεργώ πάνω στο σώμα–αντικείμενο με αυτούς τους όρους, εννοείται ότι βρίσκομαι πολύ πιο κοντά στον αυνανισμό, παρά στο «συμμετοχικό σεξ». Παρ’ ολα αυτά, ο τρόπος αυτός πάντα εμπεριέχει μια ευθύνη. Την ευθύνη που αντιστοιχεί στην συμμετοχή και την απόλαυση της άλλης. Δηλαδή, την αναγνώριση ότι αυτό είναι μια συμφωνία.

Αναρωτιέμαι εάν (και) μέσα από αυτή τη συζήτηση γύρω από το σώμα–αντικείμενο φαίνεται ξεκάθαρα ότι η αρρενωπότητα είναι το «ουδέτερο φύλο», το σημείο αναφοράς. Οι δράσεις της δεν έχουν φύλο γιατί, εφόσον μπορεί να ορίζει το κοινωνικό status, δεν υπάρχει καμία απόκλιση από το status αυτό κατά την διάρκεια της επιτέλεσης που να ορίζει ένα δρων φύλο, μία δρούσα επιτέλεση. Αυτό άλλωστε είναι προνόμιο των αρρενωποτήτων. Έτσι, μέσα στο πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η σύγχρονη πατριαρχία για τις εκφάνσεις τους (μία από αυτές είναι η κανονικότητα της επιθυμίας για το σώμα-αντικείμενο), μια αρρενωπότητα ενεργεί αυνανιστικά, γιατί δεν είναι αναγκαίο να αποκλίνει από αυτό που η ίδια τελικά έχει δημιουργήσει, δεν είναι δηλαδή αναγκαίο να συμμετέχει και να συνδιαλέγεται με τους όρους του άλλου σώματος. Επειδή δεν αμφισβητείται.

Η επιθυμία για το σώμα-αντικείμενο είναι μία από τις εκφάνσεις της αρρενωπότητας στο σεξ. Παρόλα αυτά μέχρι στιγμής έχω περιγράψει δύο ξεκάθαρους ρόλους που ταυτίζουν την αρρενωπότητα με το ενεργείν και τη θηλυκότητα με την παθητικότητα. Τι πιο κανονικό; Στον καθρέφτη της σεξουαλικής μου συμπεριφοράς έτσι το ένιωθα. Όταν βλέπω το άλλο σώμα μόνο ως σάρκα, οστά, καμπύλες και θέλω να το κυριεύσω γι’ αυτό που είναι, αυνανίζομαι, με την έννοια ότι κάνω πράγματα πάνω του που αντιστοιχούν αποκλειστικά στην δική μου επιθυμία. Όμως είναι σημαντικό να πω ότι βλέπω πως ταυτόχρονα εξακολουθώ να συνδιαλέγομαι, γιατί βιώνω ότι ο ρόλος αυτός κουβαλά, μαζί με αυτή την επιθυμία, και αντίστοιχες ευθύνες. Εάν αποδομήσω αυτή την εμπειρία, ο ρόλος που φέρει την αρρενωπή συμπεριφορά γίνεται απλά ένα εργαλείο για την επιθυμία. Έτσι οι αντιστοιχίες (αρρενωπότητα - ενεργητικότητα και θηλυκότητα – παθητικότητα) δεν είναι ποτέ τόσο ξεκάθαρες. Είναι η ενεργητικότητα στο σεξ κύριο χαρακτηριστικό της αρρενωπότητας; Ποια άλλα χαρακτηριστικά κάνουν τις πράξεις στο σεξ αρρενωπές; Αντίστοιχα μία θηλυκότητα στο κρεβάτι είναι κυρίως παθητικότητα;

Μου φαίνεται ότι αυτές οι αντιστοιχίες είναι αυθαίρετες και τα νοήματα δίνονται από την επανάληψη συγκεκριμένων δράσεων από τα αντίστοιχα σώματα. Το παθητικό και ενεργητικό δεν περιγράφουν κάποια έμφυλη διάσταση, εκτός εάν τους προσδοθεί αυτό το πρόσημο. Το θέμα εδώ είναι τι περιθώρια συμμετοχής, συμφωνίας, απόλαυσης ή συναίνεσης δίνει η ενεργητικότητα και η παθητικότητα. Εάν δεν στερούν τα περιθώρια αυτοπροσδιορισμού της επιθυμίας μου και του άλλου σώματος, τότε δεν είναι παρά εργαλεία που μπορούν να δώσουν νέα νοήματα στο σεξ που κάνω, εργαλεία που αποδομούν ή παίζουν με τα κυρίαρχα έμφυλα νοήματα.

Από την άλλη, αυτό που φαίνεται πιο ξεκάθαρα από τις παραπάνω τελικά αυθαίρετες αντιστοιχίες μεταξύ θηλυκότητας-παθητικότητας και αρρενωπότητας-ενεργητικότητας, είναι πως ο πεοκεντρισμός αποτελούσε για μένα ένα αόρατο σημείο αναφοράς για το τι συνιστά ενεργητικότητα και τι όχι. Αυτή η διαπίστωσή μου ακολουθεί και το παραπάνω σκεπτικό, κατά το οποίο η αρρενωπότητα είναι «ουδέτερη», αποτελεί ορισμό. Με τον ίδιο μηχανισμό ο πεοκεντρισμός (ίσως, στα πλαίσια της ετεροκανονικότητας, θα μπορούσε κανείς να πει γενικά η διείσδυση) δεν είναι εμφανής, δεν κατονομάζεται, είναι δεδομένος. Μέσω αυτού γίνεται η αντιστοιχία μεταξύ ενεργητικότητας και αρρενωπότητας. Ο πεοκεντρισμός, ως αδιαπραγμάτευτο στοιχείο του σεξ, δημιουργεί την κυρίαρχη εννοιολόγηση της σεξουαλικής πράξης με τον ανάλογο τρόπο που η αρρενωπότητα αποτελεί σημείο αναφοράς για την κυρίαρχη εννοιολόγηση γύρω από τα κοινωνικά φύλα. Είναι παθητικότητα όταν παίρνω πίπα; Είναι ενεργητικότητα όταν κάνω γλειφομούνι; Οι δύο τελευταίες ερωτήσεις έχουν ενδιαφέρον μόνο συνδυαστικά γιατί αλλιώς, μόνες τους, δεν γίνεται να απαντηθούν, χωρίς να ξέρουμε τους όρους με τους οποίους γίνεται η δουλειά. Ίσως καλύτερη ερώτηση θα ήταν: γιατί η πίπα κουβαλά την υποτίμηση, ενώ το γλειφομούνι όχι; Γίνομαι πιο αρρενωπή, όταν κουνάω το αιδοίο μου πάνω στο πρόσωπο κάποιας; Είναι παθητικός κάποιος, όταν είναι στα τέσσερα με τον πισινό του στον αέρα, ή ενεργητικά μου ζητάει κάτι που έχω συνηθίσει να μου το ζητούν οι γυναίκες; Εάν η ενεργητικότητα και η παθητικότητα δεν έχουν φύλο, τότε δανείζονται από τα φύλα κάθε στιγμή, προκειμένου να έρθουν στη σφαίρα του πολιτισμικά διανοήσιμου, προκειμένου να πραγματωθούν ως συγκεκριμένο και κατανοητό βίωμα στο σεξ. Έτσι, προσπαθώ να αποταυτίσω την ενεργητικότητα από την αρρενωπότητα και αντίστοιχα την παθητικότητα από την θηλυκότητα, να αμφισβητήσω την φυσικοποίηση αυτών των αντιστοιχιών που και εμπειρικά μου φαίνεται τελικά εντελώς αυθαίρετη.

Τα στερεότυπα είναι απομονωμένες εικόνες που έχουμε για το φύλο μας και την ιδανική επιτέλεσή του, βασικά είναι η υπερσυσσώρευσή τους μέσα στο χρόνο, ούτως ώστε να πραγματώνονται με σχεδόν «υλικό» τρόπο. Οπότε δε θα μπορούσα στο κρεβάτι παρά να συνδέσω την ενεργητικότητα με την αρρενωπότητα ή την παθητικότητα με την θηλυκότητα. Και εν μέρει να πιστέψω πως αυτή η σύνδεση είναι «φυσική» και επακόλουθη των δύο τύπων σωμάτων: θηλυκό και αρσενικό. Το τρίπτυχο αρσενικό σώμα - ενεργητικότητα - αρρενωπότητα διατηρείται σαν αντικειμενική συνεπαγωγή, αλλά με ένα μη-λογικό μηχανισμό. Αυτή η συνεπαγωγή, στην περίπτωσή μου μπερδεύεται: θηλυκό σώμα - ενεργητικότητα - αρρενωπότητα και θηλυκότητα μαζί. Το άγχος που μου δημιουργείται είναι φόβος για το εάν θα αλλάξει τελικά το πρώτο μέρος της αλληλουχίας: η ταύτισή μου με το γυναικείο μου σώμα. Δηλαδή εάν θα αλλοιωθεί, μέσα από τις κυρίαρχες έμφυλες ερμηνείες ο καθρέφτης του γυναικείου μου σώματος, με το οποίο τυχαίνει να ταυτίζομαι βαθιά. Η αγωνία μου προέρχεται από το σπάσιμο αυτής της αλληλουχίας. Ούτως ή άλλως η επιθυμία μου π.χ. για το σώμα-αντικείμενο, η οποία είναι μία μόνο από τις εκφάνσεις της «κανονικής» σύνδεσης μεταξύ ενεργητικότητας και αρρενωπότητας, ανήκει στη σφαίρα της αποτυχίας μου να εκπληρώσω το θηλυκό κοινωνικό μου φύλο. Αυτό συμβαίνει επειδή φαίνεται να κάνω μια άλλη από την αναμενόμενη πρακτική επιτέλεση του φύλου μου στο κρεβάτι.

Εάν λοιπόν μετά την μικρή μου ανακάλυψη εκτοπίζω τον εαυτό μου από ένα μέρος που μου είναι οικείο, αυτό της παθητικότητας στο σεξ ή της αποδοχής του πέους ή της διείσδυσης ως κεντρικό στοιχείο στο σεξ, δεν σημαίνει ότι γίνομαι απαραίτητα αρρενωπή• αυτό με καθησυχάζει. Γιατί σιγά σιγά μαθαίνω να αποδέχομαι ότι δεν μπορώ ποτέ να βρεθώ σε καλή και πλήρη συμφωνία με τις παραπάνω κατηγορίες και αλληλουχίες. Όπου λιμνάζω ανήκοντας, είναι συνήθως επειδή αναγνωρίζω μια κατηγορία οικεία, κανονική και γι’ αυτό διαχειρίσιμη. Πρόκειται λοιπόν για έναν αγώνα δρόμου με αντίπαλο τον εαυτό μου, όπου προσπαθώ να επανανοηματοδοτήσω τις πρακτικές του σεξ μου, τοποθετώντας τες εκτός της έμφυλης ερμηνείας. Ωραία ακούγεται αυτό και καταστασιακό. Αλλά να μη λέω και μεγάλα λόγια, και αφού ζω σε αυτή τη γαμοκοινωνία, και όχι κάπου αλλού, συμβαίνει και κάτι άλλο.

Η επανανοηματοδότηση της ενεργητικότητας και της παθητικότητας, της πρωτοβουλίας, της βίας, της κυριαρχίας, της σωματοποιημένης υποτίμησης, της υποτακτικότητας στο σεξ δεν είναι ποτέ μία διαδικασία ευχάριστης επισφάλειας, όπου διαλέγω με ελεύθερη βούληση σε ποιο λουλουδάκι θα πετάξω κάθε φορά. Μου φαίνεται ότι η διεκδίκηση της αρρενωπότητας από το γυναικείο σώμα μου είναι ένας τρόπος να οικειοποιηθώ την άλλη όχθη των δύο κυρίαρχων φύλων. Το βίωμα αυτό είναι μάλλον προϋπόθεση για να μπορέσει μετά το σεξ μου να πάρει άλλο νόημα. Δηλαδή νόημα που δεν θα προσδίδει στις δράσεις μου έμφυλες ερμηνείες, κι αυτό γιατί θα έχω οικειοποιηθεί το φάσμα των πρακτικών που κουβαλούν την νοηματοδότηση της κανονικότητας, ελπίζοντας να δώσω τελικά άλλο περιεχόμενο. Είναι επίσης ένας τρόπος να επιτεθώ, φέροντας το γυναικείο μου σώμα. Γιατί όταν οικειοποιούμαι αρρενωπές πρακτικές, οικειοποιούμαι ένα προνόμιο, το οποίο φρουρούμενο από τις αρρενωπότητες δεν παραχωρείται οικειοθελώς σε σώματα που δεν συμμορφώνονται με την στερεότυπη εικόνα του αντρικού φύλου. Οπότε, αποδεχόμενη ότι η επιθυμία μου είναι πάντα διαμεσολαβημένη, η διεκδίκηση της αρρενωπότητας στο σεξ που κάνω είναι ένας τρόπος να δημιουργήσω χώρο (ή να πάρω πίσω αυτόν που μου έκλεψαν) για τα κομμάτια της επιθυμίας μου που δεν είχαν γόνιμο έδαφος να καλλιεργηθούν και που δεν έβρισκαν έκφραση πουθενά.

qvzine 4 -- αρρενωπότητες

2010 -- Anti-Copyright -- Reproduce at will