striptease Το σώμα κρύβεται. Το σώμα αποκαλύπτεται. Και στη μέση η ηθική. Και το εμπόριο. Η αισθητική και ο ερωτισμός. Και οι γλώσσες τους. Κοινωνικοί κώδικες που εξηγούν τί καθορίζεται ως όμορφο, καυλωτικό, πορνογραφικό, καλλιτεχνικό, πολιτικό, ανεπίτρεπτο, εμπορικά αξιοποιήσιμο. Μια ολόκληρη θάλασσα από κώδικες που άλλαξαν, αλλάζουν και θα αλλάζουν πάντα από εποχή σε εποχή, από κοινωνία σε κοινωνία, από άνθρωπο σε άνθρωπο. «Από τα πάνω» ή «από τα κάτω» και από τον επιθετικό ή αφομοιωτικό διάλογο αυτών των δύο «πλευρών». Από τους βιολόγους, τους σκηνοθέτες, τους παπάδες, τους διαφημιστές, τους γιατρούς, τους νομοθέτες. Αλλά και από τους φίλους, τους εραστές, τις παρέες, τους συντρόφους της μιας βραδιάς. Τι είναι ένα ωραίο σώμα; Τι κάνει ένα σώμα καυλωτικό για ένα άλλο σώμα; Όμορφο ή και ερεθιστικό είναι το σώμα που έχουμε εκπαιδευτεί ότι είναι τέτοιο; Ίσως. Ή μήπως μπορεί κάποιος να δει την ομορφιά και την καύλα και ακριβώς εκεί που του υπέδειξαν ότι δεν μπορούν αυτές να υπάρξουν, τουλάχιστον για τα δικά του μάτια και το δικό του σώμα; Σίγουρα μπορεί, αλλά και δε συμβαίνει πάντα έτσι. Αλλά αφού μπορεί, αυτό σημαίνει ότι αυτός που θα κάνει τη δεύτερη «επιλογή» θα είναι πιο έξυπνος απ΄τον πρώτο; Ή πιο αντιδραστικός; Ή απλά δεν υπάρχει ποτέ μία μόνο αλήθεια για το πως σχηματίζεται η επιθυμία σε κάθε άνθρωπο; Το βίωμα είναι πάντα κάτι πολύ πιο πλήρες και πολύπλευρο από ό,τι θα μπορούσε να χωρέσει ποτέ η γλώσσα. Η γλώσσα ενός κειμένου σαν κι αυτό αλλά ακόμα περισσότερο οι γλώσσες που μιλάνε για το σώμα για να ορίσουν την «αξία» της εικόνας του και τις επιθυμίες του σαν κάτι δήθεν φυσικό και αμετάβλητο. Γι' αυτούς τους κώδικες που αναπαράγονται παντού, το σώμα είναι σκλάβος του θεού, της βιολογίας, της «αντικειμενικότητας» της εξωτερικής του εμφάνισης, της μηχανικής «ικανότητάς» του να καυλώσει και να «τελειώσει». Για τη γλώσσα που έχουμε μάθει να μιλάμε, δεν είμαστε καν το σώμα μας. Απλά «το σώμα μας, μας ανήκει». Το σύνθημα των φεμινιστικών και ομοφυλοφιλικών κινημάτων των 70's μπορεί σήμερα να διαβαστεί και ειρωνικά σαν απόσταση από, και τίτλος ιδιοκτησίας ενός, αντικειμένου. Οι κώδικες, όμως, που καθορίζουν υποκειμενικά την ομορφιά και την ελκυστικότητα ενός σώματος είναι κάτι που πάντα προκύπτει σαν ξένο σώμα; Μια απλή δεκτική ή αντιδραστική ανταπόκριση σε μια εξωτερική «πλύση εγκεφάλου» που κάνει τον έναν να ελκύεται συνειδητά και να νιώθει άνετα με ανθρώπους του αντίθετου φύλου και εντός αποδεκτών αισθητικών προτύπων και την άλλη να ελκύεται ως και από τα ακριβώς αντίστροφα χαρακτηριστικά; Θυμάμαι τον εαυτό μου στα 16 μου. Και ξέρω πως αν δεν ήμουν πεισμένος για την αξία του να υπερασπιστώ, καταρχήν, σε κάποιους «μακρινούς άλλους» το δικαίωμα να κάνουν ό,τι επιθυμούν ερωτικά αλλά και εαν δεν υπήρχε ένα κοινωνικό πλαίσιο, όπου να σχηματίζεται (έστω και σαν «τρομαχτική» καρικατούρα) η φιγούρα του «ομοφυλόφιλου», ίσως δε θα είχα καν αυτή την επιλογή, παρά μόνο σαν κάτι που κάνει ένας «παράλληλος εαυτός». Μια συνθήκη που δεν είναι σπάνια μαζική, σαν κοινό μυστικό, στις χώρες του «τρίτου κόσμου». Όχι, φυσικά, επειδή εκεί οι άνθρωποι είναι πιο δειλοί, αλλά γιατί απλά παντού είναι πολύ δύσκολο μια επιθυμία να εκφραστεί τελείως έξω απ' τον κοινωνικό χώρο που της δίνεται. Με ελκύουν άνθρωποι που αγαπάω ή και άνθρωποι που η εικόνα τους και ο τρόπος που μιλάμε μου μεταδίδουν την αίσθηση ενός παιχνιδιού που θέλω να παίξω. Με ελκύουν και σώματα ανθρώπων που δεν ανήκουν σε καμιά απ' αυτές τις δύο κατηγορίες, ακόμα και ανθρώπων που κατά τ' άλλα με απωθούν. Και έχω, νομίζω όπως κι ο περισσότερος κόσμος, την αίσθηση πως έχω, καλώς ή κακώς, μια κάπως διαμορφωμένη αισθητική. Η λέξη «αισθητική» από μόνη της, πάλι, δημιουργεί ένα θέμα όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, γιατί φαίνεται να τους αξιολογεί καταρχήν σαν αντικείμενα, αποκλείοντας κάποια με όρους που μοιάζουν αμετάκλητοι. Και όντως η δύναμη της αισθητικής μοιάζει πολύ μεγάλη, ακόμα και της αισθητικής των άλλων. Η αισθητική όμως διαμορφώνεται από την εμπειρία, και αυτή δεν είναι για κανέναν π.χ. μόνο διαφημίσεις και τσόντες. Το τι ερωτικά παιχνίδια έχει κανείς παίξει μικρός, ο τρόπος που συνδέουμε τα χαρακτηριστικά του προσώπου με στοιχεία συμπεριφορών και «χαρακτήρων», οι εκφράσεις, τα βλέμματα και οι χειρονομίες των άλλων και το πώς μπορεί κανείς να τα συνδέει με τις αναμνήσεις του, με τα σώματα που έχουν αγαπηθεί ή και προκαλέσει καύλα στο παρελθόν είναι όλα στοιχεία που δείχνουν τον προκαθορισμό αλλά και το ευμετάβλητο αυτής της αισθητικής. Απ' την άλλη υπάρχουν όλα αυτά τα παράλληλα πεδία όπου το σώμα αναπαράγεται, αντανακλάται, ορίζεται και ορίζει τις γλώσσες που μιλάνε γι' αυτό. Η τεχνητή εικόνα, τηλεοπτική, κινηματογραφική, φωτογραφική, είτε θεωρείται πορνογραφική είτε όχι, είναι σίγουρα μια απ' τις πιο ισχυρές γλώσσες που συντάσσουν τον τρόπο που κοιτάμε το σώμα μας και τα σώματα των άλλων. Αυτό το συντακτικό, πέρα απ' το να τοποθετεί το έχω και το φαίνομαι στη θέση του είμαι, δείχνει να προσπαθεί να μετατρέψει όλα τα υποκείμενα σε αντικείμενα (υποβαθμίζοντας τη βιωματική συνείδηση των σωμάτων που υπάρχουν πίσω απ' τις εικόνες). Αλλά είναι αυτή η μηχανική αναπαραγωγή εικόνων τόσο παντοδύναμη ώστε να μπορεί να αλλοιώνει τον τρόπο που βλέπω τον ίδιο μου τον εαυτό; Σίγουρα οι τσόντες αλλά και πολλές ερωτικές σκηνές ταινιών αναπαράγουν κάποιες βασικές λειτουργίες, πέρα απ' το να καταγράφουν τη μία ή την άλλη «μορφή» σεξ. Κατηγοριοποιούν ακριβώς σε «μορφές», εκπαιδεύουν στο να αντιλαμβάνεται κανείς την ερωτική πράξη σαν κάτι που μπορεί να μπει «σε κάδρο», θέτουν στόχους μη ρεαλιστικούς, τόσο όσον αφορά τη φυσικότητα και την ευκολία με την οποία οι ερωτικές πράξεις προκύπτουν όσο και τα χαρακτηριστικά και τις αναλογίες των σωμάτων. Τίποτα απ' αυτά όμως δεν μπορούν να το κάνουν από μόνες τους. Με θυμάμαι πάντα να δυσανασχετώ βλέποντας εικόνες (και δεν εννοώ μόνο ερωτικές εικόνες) που μου θύμιζαν οικείες καταστάσεις σε ταινίες. Έβλεπα πάντα σε αυτό μία κλοπή, από τότε τουλάχιστον, που είχα συνείδηση πως θέλω να αντιλαμβάνομαι τη ζωή μου σαν κάτι που μπορώ να καθορίζω εγώ ο ίδιος μαζί με ανθρώπους που επιλέγω. Σίγουρα αυτή η αντίληψη κρύβει και κάποιο εγωκεντρισμό. Ωστόσο το να βλέπεις όλο και περισσότερες πλευρές της καθημερινότητας να χρησιμοποιούνται όλο και πιο έντονα σε μια διαδικασία αναπαραγωγής μέσα από εικόνες (από διαφημίσεις χεσίματος και πλυσίματος δοντιών ως τσόντες και ταινίες που «αγγίζουν» την προσωπική αίσθηση του καθενός για τον έρωτα), αναπόφευκτα αφήνει μια περίεργη αίσθηση. Κάνει να περικλείονται τα πάντα από μια αύρα αναλωσιμότητας. Όμως το μέχρι που φτάνει να απλωθεί αυτή η αύρα, εξαρτάται τελικά από εμάς τους ίδιους και τον τρόπο που σκεφτόμαστε, δίνοντας ή όχι παραπάνω δύναμη απ' αυτή που έχουν τα τεχνητά ερεθίσματα που δεχόμαστε. Και κυρίως από το πόσο δυναμικά την ανταγωνίζονται άλλες πλευρές της ζωής μας. Το να παραδέχεται κανείς ότι είναι ο ίδιος σε μεγάλο βαθμό ένα κοινωνικό κατασκεύασμα μοιάζει από πολλές πλευρές σαν μια ομολογία ήττας. Ειδικά όταν αυτό αφορά ένα πεδίο που μας έχουν μάθει να συνδέουμε τόσο πολύ με την αντίληψη του εαυτού και των «ταυτοτήτων» μας, όσο ο ερωτισμός. Αλλά μια τέτοια παραδοχή έχει αρκετές ακόμα όψεις. Ξέρω ότι μεγάλωσα με εικόνες, ηθικές, «αντικειμενικές» αλήθειες και ηλίθιες παραινέσεις που με επιτυχία, ή δημιουργώντας αντίθετα αποτελέσματα, καθόρισαν τον τρόπο που βλέπω τα σώματα και το σώμα μου και τον τρόπο που, άθελα μου, βλέπω κατά καιρούς τον εαυτό μου σαν κάποιον που «χαρακτηρίζεται» απ' τον τρόπο και τους ανθρώπους που ερωτεύεται ή τον καυλώνουν. Ξέρω όμως και ότι το να μπορεί κανείς να βλέπει τους ετεροκαθορισμούς του σαν κάτι που ποτέ δεν ήταν απλά φυσικό και αναπότρεπτο αλλά κατανοητό κάτω από συνθήκες, έχει σημασία για να μπορεί να αλλάζει αλλά και να γνωρίζει και τους άλλους μέσα στη σχετικότητα των εμπειριών τους.
Φώτο: από την περφόρμανς "My queer body" [Το queer σώμα μου], του Tim Miller. |